Πέμπτη 14 Αυγούστου 2025

ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ 2025 ΕΠΙΛΟΓΗ ΥΜΝΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΗΤΕΡΑ ΜΑΣ






ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΑΣ/ ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ 2025

  

 

«Μενοῦν γε∙ μακάριοι οἱ ἀκούοντες τον λόγον τοῦ Θεοῦ και φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. 11,28).

Είναι η απάντηση του Κυρίου απέναντι στο  ξέσπασμα μίας απλής γυναίκας μπροστά στο θάμβος που ζούσε από την παρουσία Του και τη διδασκαλία Του. «Ευλογημένη και μακάρια αυτή που σε γέννησε και σε βύζαξε». Ποιος αλήθεια μεγαλύτερος έπαινος υπάρχει για τον άνθρωπο που  θεωρείται ευεργεσία για τους συνανθρώπους του από την αναφορά στη μάνα του; Αν εμείς συχνά νιώθουμε το ίδιο, να μακαρίσουμε τη μάνα ενός ανθρώπου, επειδή βρίσκεται στον κόσμο ως πράγματι κόσμημα – η παρουσία του καταξιώνει ίσως το ανθρώπινο γένος είτε λόγω των χαρισμάτων του που τα καταθέτει προς χάριν του κοινωνικού συνόλου είτε λόγω της ψυχικής του καθαρότητας που τον κάνει να λειτουργεί ως ευωδία κυριολεκτικά ουράνια – πόσο περισσότερο ίσχυε τούτο την εποχή που ήλθε ο ίδιος ο Θεός ως άνθρωπος; Ο Χριστός «διήλθεν ευεργετών και ιώμενος πάντας», ευεργετούσε διαρκώς και θεράπευε όλους, κατά τον λόγο της Γραφής, οπότε ο δοξαστικός λόγος της γυναίκας για τη Μάνα Του, («χαρά στη Μάνα που σε γέννησε»), πρέπει να θεωρηθεί ως η λογικότερη αλλά και η πιο χαρισματική αποτίμηση που Του έγινε ποτέ – μακάρισαν εξαιτίας Του Αυτήν που Τον έφερε ως άνθρωπο στον κόσμο!

Και ο Κύριος, ο ενανθρωπήσας Θεός, πώς αντέδρασε; Τι είπε; Δεν αντιπαρήλθε τον έπαινο, δεν τον αποσιώπησε, δεν αδιαφόρησε, δεν αντέδρασε αρνητικά, όπως έκανε συνήθως όταν ο επαινετικός λόγος αναφερόταν αμέσως σ’ Εκείνον – αρνιόταν τους δοξαστικούς λόγους, τους απαγόρευε, έφευγε. Τον λόγο όμως για τη Μάνα Του τον επιβεβαίωσε και μάλιστα με τρόπο κατεξοχήν επιτατικό. Όχι μόνον ισχύει αυτό που λες, αλλά πολύ περισσότερο! «Μενοῦν γε!» Οπωσδήποτε. Βεβαιότατα. Κατά την απόδοση του μεγάλου και σοφού μακαριστού ιεράρχη Διονυσίου (Ψαριανού), Μητροπολίτου Κοζάνης: «Χαρά και τρισχαρά της!» Διότι κατά τρόπο ευνόητο τέτοια Κόρη με τέτοια καθαρότητα ψυχής, τέτοια ταπείνωση και αγάπη, τέτοια ετοιμότητα υπακοής στο θέλημα του Θεού πουθενά δεν υπήρξε στον κόσμο ούτε θα βρισκόταν και στο μέλλον. «Όταν ήλθε ο κατάλληλος καιρός – σημειώνει ο απόστολος Παύλος θεόπνευστα – έστειλε ο Θεός τον Υιό Του να γεννηθεί από μία γυναίκα». Τη γυναίκα αυτή, την Παναγία Κόρη της Ναζαρέτ, πρόσμεναν όλοι οι αιώνες. Σ’ αυτήν μόνον εκπληρώθηκαν οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, και μάλιστα εκείνη του Πρωτευαγγελίου μετά την πτώση των προπατόρων: «ο απόγονος της γυναίκας θα συντρίψει τον όφι-διάβολο». Κι ήταν η αλήθεια: στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου εκπληρώθηκε το Πρωτευαγγέλιο.

Κι ο εν συνεχεία λόγος του Κυρίου έρχεται και επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο την παραπάνω πραγματικότητα. «Μακάριοι όσοι ακούνε τον λόγο του Θεού και τον τηρούνε στη ζωή τους». Η Μάνα Του δηλαδή δεν μακαρίζεται γιατί απλώς επιλέχθηκε για να γίνει η γέφυρα που θα έφερνε τον Θεό στον κόσμο. Μακαρίζεται γιατί ήταν προσανατολισμένη ήδη από τα γεννοφάσκια της στον λόγο του Θεού, στην αγάπη Εκείνου, στην υπακοή του αγίου θελήματός Του, όπως είπαμε και παραπάνω. Η Μαριάμ, η οποία βρέθηκε ήδη τριετής μέσα στα Άγια των Αγίων του Ναού, ζούσε ως άγγελος του Ουρανού, με απόλυτη προτεραιότητα της ζωής της τον ίδιο τον Θεό – το «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της ισχύος» ήταν το καθοδηγητικό στοιχείο που την συνείχε. Πώς λοιπόν να μη σαρκώσει τον Θεό ως άνθρωπο, όταν Εκείνος βρήκε στο πρόσωπό της το κατοικητήριο που αναζητούσε; «Θα κατοικήσω σ’ αυτούς και θα περπατήσω στην ύπαρξή τους, και θα είναι αυτοί λαός μου και εγώ θα είμαι Θεός τους» ήταν η υπόσχεσή Του και η μικρή Μαρία υπήρξε το «έδαφος» εκπληρώσεώς της – η θεοκοινωνία ήταν θα λέγαμε προδιαγεγραμμένη.

Κι αυτός ο προσανατολισμός κι αυτή η αγάπη προς τον Θεό δεν ήταν για ένα διάστημα. Απαρχής μέχρι τέλους της ζωής της η Θεοτόκος ήταν ένα «ναι» προς τον Υιό και Θεό της, που σημαίνει ότι ο μακαρισμός Του προς την Παναγία Μάνα Του έβαινε διαρκώς και αυξανόμενος – μία βάτος καιομένη και μη κατακαιομένη ήταν η καρδιά της από τη χάρη του Θεού. Και μαζί μ’ Εκείνον ο μακαρισμός της θα επαναλαμβανόταν από την καρδιά και τα χείλη κάθε πιστού μέλους Του, από τότε έως της συντελείας του αιώνος και επέκεινα. Εν πνεύματι το προφήτεψε και η Ίδια: «Ιδού από του νυν θα με μακαρίζουν όλες οι γενιές των ανθρώπων». Δεν υπάρχει χριστιανός που να χαρακτηρίζεται έτσι και η στάση του απέναντι στην Παναγία να είναι στάση διαφορετική από ό,τι του Ίδιου του Θεού.

Η επιτατική επιβεβαίωση του μακαρισμού της απλής γυναίκας από τον Κύριο για την Παναγία Μητέρα Του λειτουργεί ως φως κατευθυντήριο και για κάθε πιστό: ξέρουμε πως η ακρόαση και η μελέτη του λόγου του Θεού που καταλήγει σε εφαρμογή και πράξη ζωής φέρνει πλούσια τη χάρη του Θεού – ο Θεός μας επαινεί και αναπαύεται στην καρδιά και όλη την ύπαρξή μας. Και δεν γίνεται διαφορετικά, αφού ο Ίδιος ο Κύριος βεβαίωσε ότι μέσα στον λόγο Του και τις εντολές Του περικλείεται τελικώς η παντοδύναμη ενέργειά Του. Η Εκκλησία μας επιμένει σε κάθε εορτή της Θεοτόκου, πολύ περισσότερο στη μεγαλύτερη εξ όλων, την Κοίμησή της, να μας υπενθυμίζει την αλήθεια αυτή. Γιατί ενδιαφέρεται όχι απλώς να δοξολογούμε την Παναγία, αλλά να γινόμαστε κι εμείς μικρές Παναγίες, γεγονός που συνιστά τη σπουδαιότερη δοξολόγησή Της.

 ΠΗΓΗ:Ι.Ν.ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ Ν.ΚΑΛΛΙΠΟΛΕΩΣ

 

Λόγος εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου, Ηλία Μηνιάτη ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ 2025

Facebook Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη.
Αυτή είναι η πλέον ζωντανή και πρεπώδης εικών της μεταστάσης εις ουρανόν Θεομήτορος, οπού εζωγράφισε με θεοκίνητον κάλαμον ο Προφητάναξ. Και προς την θεωρίαν της εικόνος ταύτης, προσκαλώ σήμερον τα όμματα της ευλαβούς σας διανοίας, ω φιλέορτον σύστημα.

Μη στοχασθήτε εδώ κάτω τα θλιβερά εκείνα σύμβολα του θανάτου. Εκεί, δηλαδή, οπού φαίνεται ένα σώμα νεκρόν, ηπλωμένον επάνω εις ένα κράββατον, κηδευόμενον  σεπτώς παρά των ιερών Αποστόλων, παραδόξως συνηγμένων εκ των περάτων της γης. Εις την αγιωτάτην Παρθένον όλα εστάθησαν υπέρ άνθρωπον. Εις τούτο μόνον έδειξε πως ήτον φύσεως ανθρωπίνης, διατί σήμερον φαίνεται, πως είναι φύσεως θνητής’ αλλά και εις τούτο εφάνησαν τα προνόμια της θείας χάριτος. Διατί, καθώς όταν η πανάμωμος Μαρία συνέλαβεν, η σύλληψις εστάθη άσπορος, και όταν εγέννησεν, η κύησις εστάθη αδιάφθορος. Έτζι όταν απέθανεν, η νέκρωσις εστάθη αθάνατος.

Δεν είναι θάνατος, όχι, ετούτος, ωσάν εκείνος ο τύραννος του γένους μας, ο υιός της κατάρας και πατήρ φθοράς, οπού εις το σκοτεινόν του βασίλειον κρατεί  αιχμάλωτον του Αδάμ την κληρονομίαν. Αυτός είναι ή ένας γλυκύς ύπνος, με τον οποίον θέλησε η πάναγνος Δέσποινα ωσάν να αναπαυθή ολίγον εις το πέρας της  επικήρου ταύτης ζωής, διά να αρχίση την οδόν εκείνης της ακηράτου’ ή μία θαυμαστή έκστασις θείου έρωτος, εις την οποίαν, η μεν μακαριωτάτη εκείνη ψυχή  σπεύδουσα το ογληγορώτερον να φθάση προς τον ηγαπημένον θείον Υιόν, άφησε δι’ ολίγον το ομοδίαιτον σώμα. Και τούτο ομοίως αιρόμενον υπό χερουβικού άρματος, ηκολούθησε τον αυτόν δρόμον, και ανέβη δεδοξασμένον εις ουρανούς.

Ίδετε τον τάφον εις το χωρίον Γεθσημανή, και θέλετε τον εύρει κενόν. Διατί τάφος δεν δύναται να χωρίση την Μητέρα της ζωής, το δοχείον της σεσωρευμένης θεότητος, του οποίου τόπος αντάξιος είναι ο θρόνος της θείας δόξης. Και επάνω εις τοιούτον θρόνον, εκ δεξιών του Βασιλέως Θεού, μεταστάσα η Μήτηρ του Θεού, κάθεται ως Βασίλισσα των ουρανίων και επιγείων, υπερτέρα πάσης κτίσεως.

«Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου». Βασίλισσα των επιγείων. Εις αυτήν αποδίδει τας δευτέρας, μετά Θεόν, τιμητικάς λατρείας των πιστών η Εκκλησία. Εις τους αχράντους αυτής πόδας ρίπτουσι τα σκήπτρα και διαδήματα οι ευσεβείς Βασιλείς. Αυτής τον υψηλόν θρόνον περικυκλώνουσι των Ορθοδόξων τα συστήματα. Και ποίος παρακαλεί υγείαν εις τας νόσους, τούτος παρηγορίαν εις τας θλίψεις, εκείνος βοήθειαν εις τας συμφοράς. Όλοι ζητούσιν έλεος από την πηγήν του ελέους’ και ο παρακαλών λαμβάνει, και ο ζητών ευρίσκει’ διατί ανεξάντλητον είναι το πέλαγος, ακένωτος είναι η πηγή των αγαθών.

Βασίλισσα των ουρανίων. Αυτήν σέβονται και προσκυνούσιν όλα των ασωμάτων τα τάγματα. Οι Άγγελοι, το καθαρώτατον έσοπτρον της αγνείας’ οι Αρχάγγελοι, το πολύτιμον σημείον των θείων αποκαλύψεων’ αι Εξουσίαι, το πανσθενές κράτος των πιστών’ αι Δυνάμεις, το ακαταμάχητον τείχος της Εκκλησίας’ αι Αρχαί, την σωτήριον αρχήν της παγκοσμίου απολυτρώσεως’ αι Κυριότητες, την υπερτάτην Κυρίαν του παντός’ οι Θρόνοι, τον έμψυχον θρόνον του Βασιλέως της δόξης’ τα Χερουβίμ, την θεοδίδακτον μυσταγωγόν της υψηλής γνώσεως’ τα Σεραφίμ, την άσβεστον λαμπάδα της θείας καθαρωτάτης αγάπης. Βασίλισσα, την οποίαν ασπάζεται αυτή η τρισήλιος Θεαρχία. Το Πνεύμα το άγιον, την ανύμφευτον νύμφην’ ο Υιός και Λόγος, την απήρανδρον Μητέρα’ ο Θεός και Πατήρ, την ηγαπημένην θεόπαιδα. «παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου».

Αλλ’ η δοξασμένη Παντάνασσα του ουρανού και της γης, είναι (λέγει), «εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη»’ δηλαδή το θεούφαντον ένδυμα της μακαριότητος οπού την στολίζει, είναι διάχρυσον, διά τας υπερκάλλους αγλαύας του απροσίτου φωτός. Ειναι πεποικιλμένον, ήγουν διακεκριμένον με διάφορα χρώματα, οπού θέλει να ειπή. Καθώς εις την Παρθένον ζώσαν επί της γης, ήσαν όλοι οι διάφοροι χαρακτήρες των αρετών,οπού εις πάντων των Αγίων τας ψυχάς τυπώνει η χάρις, έτζι εις την Παρθένον, μεταστάσαν εις ουρανούς, είναι όλα τα διάφορα χρώματα των θείων ελλάμψεων, οπού εις πάντων των Μακαρίων τα πρόσωπα ζωγραφίζει της θείας δόξης το τρισόλβιον φως.

Όταν ο Ήλιος φθάση εις την μέσην αψίδα του ουρανού, εξίσου χύνει εις όλα τα μέρη των ακτίνων το φως, μα εξίσου δεν φωτίζονται πάντα τα φωτιζόμενα σώματα.
καθώς είναι, ή αραιότερα ή πυκνότερα, έτζι, ή περισσότερον ή ολιγώτερον λαμβάνουσι το προσβάλλον απαύγασμα της ηλιακής λαμπηδόνος. Τα μεν καθαρά, εκλάμπουσιν ολόφωτα, τα δε διαφανή, διαλάμπουσιν εύδια’ και τα στερεά και αντίτυπα, αντιλάμπουσιν όσον μόνον γίνονται ορατά. Μα όταν λάχη και ο Ήλιος προσβάλη τας ακτίνας του εις ένα ακηλίδωτον καθρέπτην, όχι μόνον τον φωτίζει, αλλ’ αυτός όλος ο ήλιος εκεί φαίνεται να εισεβαίνει, και να περικλείεται εις τρόπον, ότι εκείνος δεν φαίνεται τόσον ένα κρύσταλλον οπού φωτίζεται, αλλ’ αυτός ο Ήλιος οπού φωτίζει. Αυτή είναι, ανάμεσα των άλλων φωτιζομένων σωμάτων, και του καθρέπτου η διαφορά. Ότι δηλ. τα μεν άλλα λαμβάνουσι μόνον του Ηλίου το φως, ο καθρέπτης λαμβάνει αυτόν όλον τον Ήλιον, και ακτινοβολεί ωσάν Ήλιος.

Ομοίως ο άδυτος εκείνος της δικαιοσύνης Ήλιος, οπού λάμπει εν ταις λαμπρότησι των αγίων, εξίσου χύνει εις όλα τα πνεύματα των Μακαρίων, της θείας δόξης το
 ανέσπερον φως, μα εξίσου δεν φωτίζονται πάντα. Καθένας λαμβάνει το ίδιον μέτρον της θείας φωτοχυσίας, ωσάν ένα μερικόν χρώμα μακαρίας ελλάμψεως’ και δέχεται  ή περισσότερον ή ολιγώτερον το μέτρον του θείου τούτου φωτός, καθώς είναι δεκτικόν, κατά τον βαθμόν δηλαδή και αναλογίαν της ιδίας του καθαρότητος. Έτζι αλλέως φωτίζονται οι άγιοι Άγγελοι, οπού είναι άϋλα πνεύματα, αλλέως οι άνθρωποι, οπού είναι φύσεως παχυτέρας. Και πάλιν, ανάμεσα και εις τους Αγγέλους
 διαφορετικά φωτίζονται από τας Κυριότητας οι Θρόνοι, από τους θρόνους τα Χερουβίμ, και από τα Χερουβίμ τα Σεραφίμ. Και ανάμεσα εις τους ανθρώπους, από τους Προφήτας οι Απόστολοι, από τους Ομολογητάς οι Μάρτυρες, και τους Ασκητάς αι Παρθένοι. Όλοι είναι άστρα του νοητού στερεώνατος, όθεν οι δίκαιοι εκλάμψουσιν
 ως φωστήρες’ πλην «αστήρ αστέρος διαφέρει εν δόξει», κατά το ρητόν.

Η Παναγία Παρθένος είναι ανάμεσα εις όλους τους Μακαρίους, ακηλίδωτος καθρέπτης αγνείας και καθαρότητος. Όλη καλή, όλη άμωμος, καθώς την ονομάζει εις το Άσμα το Πνεύμα το Άγιον• «όλη καλή η πλησίον μου, και μώμος ουκ έστιν εν σοι». Καθαρωτέρα ασυγκρίτως και των ανθρώπων και των Αγγέλων.Όθεν όχι μόνον εις αυτήν χύνει της μακαριότητος το φως, αλλ’ εις αυτήν εισεβαίνει και ωσάν περικλείεται όλη, όλη εκείνη η πολυχεύμων πηγή του φωτός, όλος, όλος της δόξης
 ο Ήλιος, εις τρόπον, ότι ως άλλος δεύτερος της δόξης Ήλιος, ακτινοβολεί της Παναγίας Παρθένου το μακάριον πρόσωπον, και κάνει διπλούν το φως της ανεσπέρου ημέρας. Καταλάβετε δε την διαφοράν της μακαριότητος, οπού χαίρονται των λοιπών δικαίων τα πνεύματα, και της μακαριότητος, οπού χαίρεται η θεομήτωρ Μαρία. Ότι δηλαδή, εκείνοι μεν κατά μέρος δέχονται της θείας δόξης το φως, αυτή δε όλον δέχεται της δόξης τον Ήλιον. Εκείνοι μερικώς έλαβον εδώ την χάριν, και κατά το μέτρον της χάριτος απολαμβάνουσιν εκεί την δόξαν. Αυτή είναι δοχείον δεκτικόν εκεί όλης της δόξης, καθώς εδώ εστάθη δοχείον δεκτικόν όλης της χάριτος. Όθεν εδώ
 ήτον, καθώς την ωνόμασεν ο Αρχάγγελος, κεχαριτωμένη, είχε δηλαδή όλον το πλήρωμα της θείας χάριτος. Το ομολογεί και ο Θεολόγος Γρηγόριος. «Εκάστοις των εκλεκτών η χάρις κατά μέγεθος εδόθη, τη δε Παρθένω άπαν το της χάριτος πλήρωμα». Εκεί δε είναι δεδοξασμένη, έχει δηλαδή όλον το πλήρωμα της θείας δόξης, καθώς την επροείδεν ο Ιεζεκιήλ. «Και είδον, και ιδού, πλήρης δόξης ο οίκος του Κυρίου». Και «παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη».

Αδύνατον είναι, Χριστιανοί, ο νους μας να φαντασθή το υπέρλαμπρον εκείνο φως, με το οποίον αστράπτει η μακαρία Παρθένος εις τον Παράδεισον. Η Σελήνη, ο
 Ήλιος, είναι σκοτεινά πράγματα παραβαλλόμενα με εκείνο το ανεκλάλητον κάλος, το οποίον βλέπουσι και δεν χορταίνουσιν οι μακάριοι. Τι ωραίον. τι φαεινόν.
τι θεοειδές θέαμα εις τα μάτια των Σεραφίμ. Τούτο επεθύμησε να ιδή ένας νέος, πολλά ευσεβής, της Παρθένου την δόξαν, και έκαμε προς αυτήν τοιαύτην δέησιν. «Μαρία, γλυκύτατον όνομα, όπου εγώ μετά Θεόν σέβω και προσκυνώ με όλον τον πόθον και ευλάβειαν της ψυχής μου, διατί είσαι της ψυχής μου η παρηγορία και η χαρά, αν εύρηκα χάριν ενώπιόν σου ο ταπεινός δούλος σου, μίαν χάριν να μου κάμης σε παρακαλώ, ανάμεσα εις τας άλλας ευεργεσίας. Να με αξιώσης να σε ιδώ καθώς είσαι εις τον Παράδεισον. Αξίωσόν με, αειπάρθενε Κόρη, αξίωσόν με, Μήτερ ελέους. Ας σε ιδώ, και ευχαριστούμαι να χάσω ένα από τα μάτια μου». Εισήκουσεν η Πάναγνος Δέσποινα του ευλαβούς της δούλου την προσευχή. Του εφάνη μίαν νύκτα εις τον ύπνον του ολολαμπής, με όλον εκείνο το φως της δόξης, με το οποίον λάμπει εις τον ουρανόν. Εξύπνησεν ο νέος και, αληθινά, έχασε το ένα από τα ομμάτια του, μα από την χαράν οπού είχεν, ότι ηξιώθη να ιδή την Βασίλισσαν του ουρανού  και της γης, δεν ελυπάτο ολότελα, ότι εστερήθη το φως του. Μάλιστα πάλιν παρακαλεί να την ιδή άλλην μίαν φοράν, και ευχαριστείται να χάση και το άλλο ομμάτι, οπού του έμεινε. Και πάλιν ηξιώθη, πάλιν την είδε. Μα τι λογιάζετε, Χριστιανοί; πως τάχα να έμεινε τυφλός και από τα δύο ομμάτια; η συμπαθεστάτη Μήτηρ του Θεού, ωσάν του εφάνη την δευτέραν φοράν, όχι μόνον δεν τον εστέρησεν από το ένα ομμάτι οπού του έμεινεν, αλλά του έστρεψε και το άλλο οπού είχε χαμένον. Εξύπνησεν ο νέος εκείνος, και με τα δύο ομμάτια υγιή, και όλος εκστατικός από την διπλήν χαρά, με πολλά δάκρυα ευλαβούς αγαλλιάσεως, έδωκε τη Θεομήτορι χιλίας ευχαριστίας.

Κεχαριτωμένη, Δεδοξασμένη, Παντάνασσα, από την άφθονον εκείνην ηλιοβολίαν του θείου φωτός οπού χαίρεσαι, παρισταμένη εκ δεξιών του μονογενούς σου Υιού,
πέμψον εδώ κάτω και εις ημάς τους ευλαβείς δούλους σου μίαν μακαρίαν ακτίνα, οπού να είναι και φως εις τον εσκοτισμένον μας νουν, και φλόγα εις την ψυχραμένην
 μας θέλησιν, διά να βλέπωμεν, να περιπατούμεν σπουδαίοι εις την οδόν των θείων δικαιωμάτων. Ημείς, μετά Θεόν, εις εσέ του Θεού την Μητέρα, και Μητέρα ημών,
έχομεν την ελπίδα της σωτηρίας μας. Από σε ελπίζομεν τας νίκας της γαληνοτάτης Αυθεντίας, τα τρόπαια των Ευσεβών Βασιλέων, την στερέωσιν της Εκκλησίας,
την αντίληψιν του Ορθοδόξου γένους, την σκέπην της ευλαβούς του ταύτης πολιτείας, οπού είναι αφιερωμένη εις την άμαχόν σου βοήθειαν. Ναι, Παναγία Παρθένε, ναι, Μαρία, όνομα οπού είναι η χαρά, η παρηγορία, το καύχημα των Χριστιανών. Δέξου την νηστείαν και παράκλησιν των αγίων τούτων ημερών, οπού εκάμαμε εις τιμήν σου, ως θυμίαμα ευπρόσδεκτον’ και αξίωσόν μας, καθώς εδώ εις την Εκκλησίαν ευλαβώς ασπαζόμεθα την αγίαν και θαυματουργόν ταύτην εικόνα, έτζι και εκεί, εις τον Παράδεισον, να ιδούμεν αυτό το μακάριόν σου πρόσωπον, το οποίον να προσκυνούμεν συν τω Πατρί, και τω Υιώ, και τω αγίω Πνεύματι, εις τους απεράντους αιώνας.

Μητέρα - Θεοτόκος - Παναγία ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ 2025

Τροοδιτισσα Στη συνείδηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας η Παρθένος Μαρία κατέχει ιδιαίτερη και ξεχωριστή θέση, που είναι καρπός άδολης και καρδιακής αγάπης του λαού του Θεού προς το πρόσωπό της. Η θέση αυτή δεν την αυτονομεί, δεν την εξυψώνει υπερβαλλόντως και αναρμόστως, προκαλώντας εσωτερικές αμφιβολίες και αντεγκλήσεις, αλλά την καθιστά αυτή που ακριβώς είναι, σε σχέση πάντα με τον Ιησού Χριστό, τον Υιό και Θεό της. Γι’ αυτό «η τιμή που δείχνουμε στην Θεοτόκο όχι μόνο δε μειώνει την λατρεία μας προς τον Θεό, αλλά, ακριβώς, έχει το αντίθετο αποτέλεσμα: όσο περισσότερο τιμούμε τη Θεοτόκο, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούμε τη μεγαλειότητα του Υιού της, επειδή τιμούμε τη Μητέρα ακριβώς λόγω του Υιού» (Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ).

Η Ορθόδοξη Θεολογία, λοιπόν, έρχεται να συνεχίσει και να εμπλουτίσει την Ορθόδοξη παράδοση, μια παράδοση που, το ένα και μοναδικό πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, το πολλαπλασιάζει και το μετασχηματίζει, αποδίδει σ’ αυτό ονόματα και ιδιότητες, ανάλογα με την ιστορία, τα ήθη και τα έθιμα κάθε περιοχής, χωρίς να καταστρέφει, όμως, ούτε στιγμή τη μοναδικότητά του. Και ενώ θα περίμενε κανείς αυτή η πολυδιάσπαση του προσώπου, από την Μεγαλόχαρη στην Εικοσιφοίνισσα, από την Ξενιά στη Χοζοβιώτισσα, από την Γλυκοφιλούσα στην Γοργοϋπήκοο, από την Σουμελά στην Ελευθερώτρια κ.ο.κ. να προκαλεί σύγχυση, εντούτοις, αποκαλύπτει την χωρίς μέτρο αγάπη των πιστών, τον ασίγαστο και διαχρονικό πόθο των παιδιών να δουν και να μιλήσουν στη Μητέρα τους, σύμφωνα με τις προσωπικές τους ανάγκες, προϋποθέσεις και ιδιαιτερότητες.

Και στο σημείο αυτό η Θεολογική συνείδηση και εμπειρία, όπως διαμορφώθηκε Συνοδικά στους αιώνες, μέσα από τον πλούτο της γνώσης και της σοφίας των Αγίων Πατέρων, έρχεται να δογματίσει για την Μαρία και να την εγκαταστήσει στην καθημερινή ζωή της Εκκλησίας ως Μητέρα, ως Θεοτόκο και ως Παναγία.

Η Μαρία κατέκτησε την Μητρική ιδιότητα και αναγνώριση γιατί αναδέχθηκε την εξωπραγματική, για τα ανθρώπινα μέτρα, αποστολή να γίνει το σκεύος της εκλογής, το δοχείο της Χάριτος, διά του οποίου τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο της Θείας Οικονομίας. Ήταν το πρόσωπο εκείνο που επικέντρωνε πάνω του όλα τα χαρίσματα και τις ιδιαίτερες προϋποθέσεις, για να φέρει στους φθαρτούς και θνητούς κόλπους της τον Άχρονο, να κυοφορήσει τον Αχώρητο, να γεννήσει τον Θεάνθρωπο. Υπήρξε το πρόσωπο «κλειδί» στην ανθρώπινη ιστορία, που έβγαλε ασπροπρόσωπο το ανθρώπινο γένος και, με την έμφυτη ταπείνωση, την ευλογημένη υπακοή, τη θαυμαστή αγνότητα, την άδολη παιδικότητα, έγινε η Μητέρα του Ενανθρωπήσαντος Ιησού, δίνοντας στον πληγιασμένο και τετρωμένο από την αμαρτία άνθρωπο το δώρο της ελπίδας, της λύτρωσης και της σωτηρίας. Την ίδια στιγμή έγινε η μόνη και αληθινή μητέρα όλων των ανθρώπων, εκείνη που μετουσιώνει διαρκώς τις ελπίδες και τους πόθους του ανθρωπίνου γένους, εκείνη που λειτουργεί ως μεσολαβητής και πρεσβευτής των ανθρωπίνων δεήσεων και παρακλήσεων, «η μεταβολή των θλιβομένων, η απαλλαγή των ασθενούντων, η προστάτις των αδικουμένων, των πενομένων η τροφή, ξένων η παράκλησις και βακτηρία τυφλών, καταπονουμένων σκέπη και αντίληψις και ορφανών βοηθός…»

Η Μαρία είναι Θεοτόκος, γιατί δεν γέννησε άνθρωπο κοινό, φθαρτό, κτιστό και θνητό. Δεν γέννησε έναν από τους μεγάλους μύστες της ανθρωπότητας, όπως ομολογούν άλλες θρησκείες και δοξασίες, δεν γέννησε έναν κορυφαίο Προφήτη και Διδάσκαλο σαν και πολλούς άλλους που έκαναν την εμφάνισή τους στην ιστορία, αλλά γέννησε «Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον Μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων». Γέννησε Χριστόν, Παθόντα, Σταυρωθέντα και ενδόξως Αναστάντα. Η βασική αυτή δογματική αλήθεια της Ορθοδόξου Εκκλησίας, πολεμήθηκε συστηματικά στη διάρκεια και εξέλιξη της Χριστιανικής ιστορίας, αλλά και παραποιήθηκε μέσα στους κόλπους και αυτής της Χριστιανικής Εκκλησίας, όπου άλλες Ομολογίες ανυψώνουν την Μαρία υπερβαλλόντως και αυθαιρέτως, αποδίδοντας στο πρόσωπό της ιδιότητες που δεν έχει και άλλες την υποβιβάζουν, απογυμνώνοντάς την από την βασική της ιδιότητα, αυτήν της Θεοτόκου. Και προς όλους εκείνους που αρνούνται ότι η Παρθένος Μαρία είναι Θεοτόκος ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος φέρεται με ιδιαίτερη αυστηρότητα και επιτιμητική διάθεση, χαρακτηρίζοντάς τους «αθέους»: «Ει τις ου Θεοτόκον την Μαρίαν υπολαμβάνει, χωρίς εστί της Θεότητος. Ει τις διά σωλήνος της Παρθένου διαδραμείν, αλλά μη εν αυτή διεπλάσθαι λέγοι θεϊκώς άμα και ανθρωπικώς – θεϊκώς μεν, ότι χωρίς ανδρός, ανθρωπικώς δε, ότι νόμω κυήσεως – ομοίως άθεος», δηλ. «Όποιος δε θεωρεί Θεοτόκο την αγία Μαρία, είναι άσχετος με την θεότητα. Όμοια άθεος είναι όποιος λέγει ότι ο Χριστός πέρασε από την Παρθένο σαν από σωλήνα και δεν διαμορφώθηκε μέσα σε αυτήν συνάμα ως Θεός και ως άνθρωπος (ως Θεός επειδή δεν μεσολάβησε άνδρας, ως άνθρωπος διότι συμμορφώθηκε στον νόμο της κυήσεως)» ( PG 37, 177 C).

Η ιδιότητα της Μαρίας ως Θεοτόκου την καθιστά αυτοδικαίως και Παναγία ή Υπεραγία, δηλ. πάνω από όλους τους Αγίους, τους Οσίους, τους Μάρτυρες και Ομολογητές της Εκκλησίας μας. Στην αγιότητα δεν ξεχωρίζουν ούτε οι Δώδεκα Απόστολοι, ούτε ο Τίμιος Πρόδρομος, που στάθηκε, κατά τον λόγο του Χριστού, «ο εν γεννητοίς γυναικών μείζων». Αλλά, όπως γλαφυρά περιγράφει ο γνήσιος Έλληνας και Ορθόδοξος λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου, «Εσύ Θεοτόκε, τιμήθηκες περισσότερον από όλους και αξιώθηκες να δανείσεις σάρκα από την σάρκα σου εις τον Υιόν του Θεού και διά τούτο εξαιρέτως λέγεσαι Παναγία και Υπεραγία και, παρότι είσαι άνθρωπος γεννημένος από ανθρώπους, είσαι, όμως, κατά τα λόγια του αγγέλου “τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξωτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ”» («Παναγία και Υπεραγία», εκδόσεις «Αρμός», σελ. 17)

Αυτό το μοναδικό πρόσωπο τιμούμε και γιορτάζουμε τον Δεκαπενταύγουστο. Στις Εκκλησιές και στα Μοναστήρια της χτυπά η καρδιά όλων ημών των Ορθοδόξων Ελλήνων. Στην εικόνα της κατατίθενται οι πόνοι, οι καημοί και τα βάσανά μας έχοντας βεβαία την ελπίδα της αγάπης και της μεσιτείας της.

Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου

Για τη Θεομήτορα - Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου

ierosolimitisa Oταν η ψυχή κατέχεται από την αγάπη του Θεού, τότε, ώ, πώς είναι όλα ευχάριστα, αγαπημένα και χαρούμενα. Αυτή η αγάπη όμως συνεπάγεται θλίψη· κι όσο βαθύτερη είναι η αγάπη, τόσο μεγαλύτερη είναι κι η θλίψη.
Η Θεοτόκος δεν αμάρτησε ποτέ, ούτε καν με το λογισμό, και δεν έχασε ποτέ τη Χάρη, αλλά κι Αυτή είχε μεγάλες θλίψεις. Όταν στεκόταν δίπλα στο Σταυρό, τότε ήταν η θλίψη Της απέραντη σαν τον ωκεανό κι οι πόνοι της ψυχής Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτεροι από τον πόνο του Αδάμ μετά την έξωση από τον Παράδεισο, γιατί κι η αγάπη Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη από την αγάπη του Αδάμ στον Παράδεισο. Κι αν επέζησε, επέζησε μόνο με τη Θεία δύναμη, με την ενίσχυση του Κυρίου, γιατί ήταν θέλημά Του να δει την Ανάσταση κι ύστερα, μετά την Ανάληψή Του, να παραμείνη παρηγοριά και χαρά των Αποστόλων και του νέου χριστιανικού λαού.
Εμείς δεν φτάνουμε στην πληρότητα της αγάπης της Θεοτόκου, και γι᾽ αυτό δεν μπορούμε να εννοήσωμε πλήρως το βάθος της θλίψεώς Της. Η αγάπη Της ήταν τέλεια. Αγαπούσε άπειρα τον Θεό και Υιό Της, αλλ᾽ αγαπούσε και το λαό με μεγάλη αγάπη. Και τι αισθανόταν τάχα, όταν εκείνοι, που τόσο πολύ αγαπούσε η Ίδια και που τόσο πολύ ποθούσε τη σωτηρία τους, σταύρωναν τον αγαπημένο Υιό Της;


Αυτό δεν μπορούμε να το συλλάβωμε, γιατί η αγάπη μας για τον Θεό και τους ανθρώπους είναι λίγη. Κι όμως η αγάπη της Παναγίας υπήρξε απέραντη και ακατάληπτη, έτσι απέραντος ήταν κι ο πόνος Της που παραμένει ακατάληπτος για μας.
Άσπιλε Παρθένε Θεοτόκε, πες σ᾽ εμάς τα παιδιά Σου, πώς αγαπούσες τον Υιό Σου και Θεό, όταν ζούσες στη γη; Πώς χαιρόταν το πνεύμα Σου για τον Θεό και Σωτήρα Σου; Πώς αντίκρυζες την ομορφιά του προσώπου Του; Πώς σκεφτόσουν ότι Αυτός είναι Εκείνος, που Τον διακονούν με φόβο και αγάπη όλες οι Δυνάμεις των ουρανών;
Πες μας, τι ένοιωθε η ψυχή Σου, όταν κρατούσες στα χέρια Σου το Θαυμαστό Νήπιο; Πώς το ανέτρεφες; Πώς πονούσε η ψυχή Σου, όταν μαζί με τον Ιωσήφ Τον αναζητούσες τρεις μέρες στην Ιερουσαλήμ; Ποιάν αγωνία έζησες, όταν ο Κύριος παραδόθηκε στην σταύρωση και πέθανε στο Σταυρό;
Πες μας, ποια χαρά αισθάνθηκες για την Ανάσταση ή πώς σπαρταρούσε η ψυχή Σου από τον πόθο του Κυρίου μετά την Ανάληψη;
Οι ψυχές μας λαχταρούν να γνωρίσουν τη ζωή Σου με τον Κύριο στη γη, αλλά Συ δεν ευδόκησες να τα παραδώσης όλ᾽ αυτά στη Γραφή, αλλά σκέπασες το μυστήριό Σου με σιγή.
Πολλά θαύματα και ελέη είδα από τον Κύριο και τη Θεοτόκο, αλλά μου είναι τελείως αδύνατο ν᾽ ανταποδώσω κάπως αυτή την αγάπη.
Τι ν᾽ ανταποδώσω εγώ στην Υπεραγία Θεοτόκο, που δεν με περιφρόνησε ενώ ήμουν βυθισμένος στην αμαρτία, αλλά μ᾽ επισκέφθηκε σπλαγχνικά και με συνέτισε; Δεν Την είδα, αλλά το Άγιο Πνεύμα μου έδωσε να Την αναγνωρίσω από τα γεμάτα χάρη λόγια Tης και το πνεύμα μου χαίρεται κι η ψυχή μου παρασύρεται τόσο από την αγάπη προς Αυτήν, ώστε και μόνη η επίκληση του ονόματός Tης γλυκαίνη την καρδιά μου.
Όταν ήμουν νεαρός υποτακτικός, προσευχόμουν μια φορά μπροστά στην εικόνα της Θεομήτορος και μπήκε τότε στην καρδιά μου η προσευχή του Ιησού κι άρχισε από μόνη της να πρtheotokos1οφέρεται εκεί.


Μιά άλλη φορά άκουγα στην εκκλησία την ανάγνωση των προφητειών του Ησαΐα, και στις λέξεις «Λούσασθε και καθαροί γίνεσθε» (Ησ. α ́ 16) σκέφτηκα: «Μήπως η Παναγία αμάρτησε ποτέ, έστω και με το λογισμό;». Και, ώ του θαύματος. Μέσα στην καρδιά μου μια φωνή ενωμένη με την προσευχή πρόφερε ρητώς: «Η Θεοτόκος ποτέ δεν αμάρτησε, ούτε καν με την σκέψη». Έτσι το Άγιο Πνεύμα μαρτυρούσε στην καρδιά μου για την αγνότητά Της.
Εν τούτοις κατά τον επίγειο βίο Tης δεν είχε ακόμα την πληρότητα της γνώσεως και υπέπεσε σ᾽ ορισμένα αναμάρτητα λάθη ατέλειας. Αυτό φαίνεται από το Ευαγγέλιο· όταν επέστρεφε από την Ιερουσαλήμ, δεν ήξερε πού είναι ο Υιός Της και Τον αναζητούσε τρεις μέρες με τον Ιωσήφ (Λουκ. β ́ 44-46).


Η ψυχή μου γεμίζει από φόβο και τρόμο, όταν αναλογίζωμαι τη δόξα της Θεομήτορος.
Είναι ενδεής ο νους μου και φτωχή κι αδύναμη η καρδιά μου, αλλά η ψυχή μου χαίρεται και παρασύρομαι στο να γράψω έστω και λίγα λόγια γι᾽ Αυτήν.
Η ψυχή μου φοβάται να το αποτολμήση, αλλά η αγάπη με πιέζει να μην κρύψω τις ευεργεσίες της ευσπλαγχνίας Tης.
Η Θεοτόκος δεν παρέδωσε στη Γραφή ούτε τις σκέψεις Tης ούτε την αγάπη Tης για τον Υιό και Θεό Tης ούτε τις θλίψεις της ψυχής Tης, κατά την ώρα της σταυρώσεως, γιατί ούτε και τότε θα μπορούσαμε να τα συλλάβωμε. Η αγάπη Tης για τον Θεό ήταν ισχυρότερη και φλογερότερη από την αγάπη των Χερουβείμ και των Σεραφείμ κι όλες οι Δυνάμεις των Αγγέλων και Αρχαγγέλων εκπλήσσονται μ᾽ Αυτήν.
Παρ᾽ όλο όμως που η ζωή της Θεοτόκου σκεπαζόταν, θα λέγαμε, από την αγία σιγή, ο Κύριος όμως φανέρωσε στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας πως η Παναγία μας αγκαλιάζει με την αγάπη Tης όλο τον κόσμο και βλέπει με το Άγιο Πνεύμα όλους τους λαούς της γης και, όπως και ο Υιός Tης, έτσι κι Εκείνη σπλαγχνίζεται και ελεεί τους πάντες.
Ώ, και να γνωρίζαμε πόσο αγαπά η Παναγία όλους, όσους τηρούν τις εντολές του Χριστού, και πόσο λυπάται και στενοχωριέται για κείνους που δεν μετανοούν. Αυτό το δοκίμασα με την πείρα μου.
Δεν ψεύδωμαι, λέω την αλήθεια ενώπιον του Θεού, πως γνωρίζω πνευματικά την Άχραντη Παρθένο. Δεν Την είδα, αλλά το Άγιο Πνεύμα μου έδωσε να γνωρίσω Αυτήν και την αγάπη Tης για μας. Χωρίς την ευσπλαγχνία Tης η ψυχή θα είχε χαθή από πολύν καιρό. Εκείνη όμως ευδόκησε να μ᾽ επισκεφθή και να με νουθετήση, για να μην αμαρτάνω. Μου είπε: «Δεν μ᾽ αρέσει να βλέπω τα έργα σου». Τα λόγια Της ήταν ευχάριστα, ήρεμα, με πραότητα και συγκίνησαν την ψυχή. Πέρασαν πάνω από σαράντα χρόνια, μα η ψυχή μου δεν μπορεί να λησμονήση εκείνη τη γλυκειά φωνή και δεν ξέρω πώς να ευχαριστήσω την αγαθή και σπλαγχνική Μητέρα του Θεού.


Αληθινά, Αυτή είναι η βοήθειά μας ενώπιον του Θεού και μόνο τ᾽ όνομά Της χαροποιεί την ψυχή. Αλλά κι όλος ο ουρανός κι όλη η γη χαίρονται με την αγάπη Tης.
Αξιοθαύμαστο κι ακατανόητο πράγμα. Ζη στους ουρανούς και βλέπει αδιάκοπα την δόξα του Θεού, αλλά δεν λησμονεί κι εμάς τους φτωχούς κι αγκαλιάζει με την ευσπλαγχνία Της όλη τη γη κι όλους τους λαούς.
Αυτή την Άχραντη Μητέρα Του ο Κύριος την έδωσε σ᾽ εμάς.
Αυτή είναι η χαρά και η ελπίδα μας.
Αυτή είναι η πνευματική μας Μητέρα και βρίσκεται κοντά μας κατά τη φύση σαν άνθρωπος και κάθε χριστιανική ψυχή ελκύεται από την αγάπη πρός Αυτήν.

Τρίτη 12 Αυγούστου 2025

Η συμβολή της Θεοτόκου στο έργο της σωτηρίας του κόσμου

ΘεοτοκοςΤο ιερό πρόσωπο της Θεοτόκου αποτελεί, σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογία μας, μέρος του απερινοήτου μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Μετά τον Τριαδικό Θεό, εκείνη κατέστη το κύριο πρόσωπο, το οποίο συνέβαλε ουσιαστικά στην υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. Εκλέχτηκε από τον Θεό ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλα κορίτσια, αμέτρητων γενεών, ως η καθαρότερη και αγιότερη ανθρώπινη ύπαρξη, προκειμένου να γίνει Θεοτόκος. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως για την υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, ο Θεός έδωσε τον Υιό του τον μονογενή και η ανθρωπότητα έδωσε την Παναγία. Στο ιερό πρόσωπο εκείνης έγινε η μεγάλη συνάντηση Θεού και ανθρώπου. Μέσα στο πάναγνο σώμα εκείνης έγινε η μεγάλη καταλλαγή (Εφεσ.2:16) και από αυτό  ξεκίνησε η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, η αναδημιουργία και η θέωση του πεπτωκότος ανθρώπου.
Ο μεγάλος Πατέρας της αρχαίας Εκκλησίας  Ειρηναίος (+199) παραλλήλισε και σύγκρινε  την Θεοτόκο με την προμήτορα του ανθρωπίνου γένους, την Εύα, ώστε να δείξει τη διαφορά μεταξύ τους. Η παρθένος Εύα δεν έκαμε καλή χρήση των θείων δωρεών και δυνατοτήτων, που είχε λάβει από το Θεό, αλλά τα χρησιμοποίησε για το κακό και την καταστρατήγηση του θείου θελήματος. Η αιτία και η ρίζα της ανταρσίας αυτής υπήρξε ο εγωισμός και η έπαρση. Αν εκείνη υπήρξε φορέας της αλαζονείας, η Παναγία υπήρξε το πρότυπο της υπακοής και της ταπείνωσης. Ο ιερός πατήρ τονίζει πως «... η Εύα (έπρεπε) να αποκατασταθή εν τη Μαρία, ίνα μια παρθένος να γίνη συνηγόρος άλλης παρθένου και να εξαλήψη την ανυπακοήν της πρώτης δια της παρθενικής υπακοής» (Ειρ. Επιδ. Αποστ. Κηρύγματος 32,33). Επίσης ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων (+ 386) έγραψε πως «Δια παρθένου της Εύας ήλθεν ο θάνατος, έδει δια παρθένου, μάλλον δε εκ παρθένου φανήναι την ζωήν» (Κυρίλ. Ιερ. Κατηχ. 12,ιε΄). Η ευλογημένη ρήση Της προς τον άγγελο του ευαγγελισμού «ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» (Λουκ.1: 38) αποτελεί σαφώς την πεμπτουσία της συμβολής Της στο έργο της εν Χριστώ σωτηρίας του κόσμου.

Το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα, στο οποίο αποκαταστάθηκε η ανθρώπινη φύση στην αρχαία προπτωτική της μορφή και ωραιότητα, υπήρξε η Θεοτόκος. Με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος κατά τον Ευαγγελισμό (Λουκ.1: 35) καθαρίστηκε  από τον ρύπο του προπατορικού αμαρτήματος, τον οποίο έφερε και εκείνη εκούσια, ως μέτοχος της ανθρώπινης φύσεως, καθιστώντας Την πλέον άμωμη κηλίδος ώστε, να δεχτεί στα αγνά σπλάχνα Της το «πυρ της θεότητος» και να μην καεί. Από τότε έγινε η «Κεχαριτωμένη», η αγιοτέρα ύπαρξη μετά τον Τριαδικό Θεό. Στο πρόσωπό Της έγινε η απαρχή της λυτρώσεως του κόσμου και της θεώσεως του ανθρώπου.
Η συμβολή της Παναγίας μας κατά τη διάρκεια του επί γης απολυτρωτικού έργου του Χριστού υπήρξε τεράστιο. Βρισκόταν συνεχώς πλάι στον Λυτρωτή μας, από τη Γέννηση ως το Πάθος, την Ανάσταση και την Ανάληψη. Δοκίμασε, ως μητέρα, τις πίκρες των παθημάτων του Θείου Γιου της, με αποκορύφωμα εκείνη του σταυρικού θανάτου Του. Ένοιωσε κοντά Του την αγωνία Εκείνου για την υλοποίηση του θείου σχεδίου της σωτηρίας του κόσμου. Σύμφωνα επίσης με την αρχέγονη παράδοση της Εκκλησία μας Αυτή ήταν που εμψύχωνε τους διωκόμενους πρώτους χριστιανούς της νεαράς Εκκλησίας των Ιεροσολύμων.
Κοντολογίς η επί γης ζωή της Παναγίας μας υπήρξε ένας συνεχής αγώνας και προσφορά για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο πιστός λαός του Θεού, γι΄ αυτό αποδίδει στη Θεοτόκο, από την αρχαιότητα ως σήμερα, ύψιστη τιμή, τη μεγαλύτερη, μετά τον Τριαδικό Θεό. Πρέπει να σημειωθεί εδώ, πως μόνο η Ορθοδοξία μας αποδίδει την δέουσα τιμή στην Μητέρα του Κυρίου μας.
Όλος σχεδόν ο Αύγουστος είναι κατ΄εξοχήν αφιερωμένος στην Παναγία μας.  Οι Ορθόδοξοι πιστοί, συμμετέχουμε καθημερινά στις ακολουθίες των υπέροχων Παρακλητικών Κανόνων, νηστεύουμε, εξομολογούμαστε, κοινωνούμε. Τρέχουμε με δάκρυα στα μάτια να εναποθέσουμε σε Αυτή τις δυσκολίες και τα βάσανα της ζωής μας, Την παρακαλούμε με ζέση ψυχής να ελαφρώσει τον βαρύ ζυγό μας, διότι πιστεύουμε ακράδαντα πως η γλυκιά Θεομάνα και μετά την σεπτή Της Κοίμηση συνεχίζει να αγαπά και να νοιάζεται για μας τους ανθρώπους. Μέσα στη μεγάλη καρδιά Της υπάρχει χώρος για τον κάθε άνθρωπο, όχι μόνο για τους πιστούς, αλλά και για τους αμαρτωλούς και ασεβείς , ακόμα και για τους υβριστές Της. Η μακάρια θέση Της κοντά στον Υιό Της και Θεό μας Ιησού Χριστό, της δίνει την ευχέρεια να προσεύχεται για τον καθένα μας, για κάθε μας πρόβλημα. Τα αποτελέσματα των βοηθειών Της είναι απτά. Γι΄ αυτό ψάλλουμε στον περίφημο Μικρό Παρακλητικό Κανόνα προς Αυτήν: «Ουδείς προστρέχων επί σοι κατησχυμένος από σου εκπορεύεται, αγνή Παρθένε Θεοτόκε, αλλ΄ αιτείται την χάριν και λαμβάνει το δώρημα, προς το συμφέρον της αιτήσεως».

Λάμπρου Σκόντζου, Θεολόγου

 

 

ΕΚΤΕΝΩΣ… ΕΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ… ΕΚ ΒΑΘΟΥΣ ΨΥΧΗΣ…

«Τῇ Θεοτόκῳ ἐκτενῶς νῦν προσδράμωμεν... ἐν μετανοίᾳ... κράζοντες ἐκ βάθους ψυχῆς...».

Το τροπάριο είναι από τα γνωστότερα θεοτοκία που ψέλνει η Εκκλησία μας, το οποίο  με λιτό, αλλά ανάγλυφο τρόπο, προβάλλει τη στάση του πιστού ανθρώπου έναντι της Παναγίας Θεοτόκου. Δύο είναι τα στοιχεία που συνιστούν τη στάση αυτή: (1) η Παναγία έχει αφενός την εξουσία να βοηθήσει εμάς που ταλανιζόμαστε από τα θλιβερά του βίου και «χανόμαστε» από το πλήθος των πταισμάτων μας, λόγω της παρρησίας της έναντι του Υιού και Θεού της, αφετέρου την αγάπη για να έχει στραμμένο το ενδιαφέρον της σ’ εμάς και να θέλει να μας βοηθήσει. Τυχόν αμφισβήτηση της δύναμης και της αγάπης της θα ακύρωνε και τη θέση της στην Εκκλησία και την ίδια την ύπαρξη βεβαίως των προσευχών μας σε αυτήν. Η Παναγία όμως είναι «των θλιβομένων η χαρά και των χριστιανών η προστάτις», κι ακόμη «ο γλυκασμός των αγγέλων». Όλη η δημιουργία αναπνέει τον αέρα της αγιασμένης παρουσίας της και τρέφεται με το όνομά της, πλην βεβαίως των αγγέλων του σκότους και των συν αυτοίς, για τους οποίους και μόνη η αναφορά της είναι φωτιά που τους κατακαίει.

(2) Εμείς που την προσεγγίζουμε και την επικαλούμαστε, πρέπει να την προσεγγίζουμε και με τον σωστό τρόπο. Και ο υμνογράφος κυρίως σ’ αυτό επικεντρώνει την προσοχή μας.

Δηλαδή, πρώτον: «προσδράμωμεν ἐκτενῶς». Στην Παναγία πηγαίνουμε με σπουδή, τρέχοντας. Όχι ράθυμα, όχι «σέρνοντας», σαν να κάνουμε μία αγγαρεία. Ένας τέτοιος τρόπος φανερώνει την έλλειψη της αγάπης μας προς αυτήν, άρα και προς τον Χριστό, γεγονός που σημαίνει ότι θέτουμε οι ίδιοι εμπόδιο στην παροχή της χάρης που είναι έτοιμη να μας δώσει. Με άλλα λόγια, όπως το μικρό παιδί τρέχει στην αγκαλιά της μάνας του, για να βρει ασφάλεια και καταφύγιο, έτσι και ο πιστός: η προσφυγή στην Παναγία είναι κάτι το φυσικό και ό,τι πιο αγαπητό μπορεί να υπάρξει σ’ αυτόν. Κι «ἐκτενῶς»: όχι μία λέξη και να φύγουμε, αλλά να μείνουμε στην αγκαλιά της, να της πούμε τον πόνο μας, τις ταλαιπωρίες μας. Γιατί το νιώθουμε ως ανάγκη και εκείνη χαίρεται για τα παιδιά της που την αγαπούν.

Και δεύτερον: «ἐν μετανοίᾳ» και «ἐκ βάθους ψυχῆς». Δεν είναι δυνατόν να τρέχω με σπουδή σ’  Εκείνην που δείχνει αδιάκοπα τον Χριστό και να είμαι αμετανόητος. Όπως η μόνη στάση έναντι του Χριστού είναι η μετάνοια, το ίδιο και έναντι της Παναγίας. Διότι η μετάνοια φανερώνει την αληθινή διάθεση του πιστού να συντονιστεί με τη ζωή του Χριστού. Χωρίς μετάνοια είναι γνωστό ότι ο άνθρωπος ζει μόνο τον εγωισμό του και αποτελεί ενεργούμενο των πονηρών δυνάμεων. Παναγία λοιπόν και αμετανοησία από πλευράς μας είναι μείγμα ανύπαρκτο και αδιανόητο. Πώς φαίνεται η γνησιότητα της μετανοίας μας; Από το γεγονός ότι θέλουμε να αλλάξουμε ριζικά: «ἐκ βάθους ψυχῆς». Η επιφανειακότητα στη σχέση μας με την Παναγία κατανοείται ως ένα είδος παιχνιδιού του εγωισμού μας. Αλλά «ο Θεός – όπως και οι άγιοι – οὐ μυκτηρίζεται». Δεν κοροϊδεύουμε τον Θεό και τους αγίους. Μία στροφή μας στην Παναγία, δηλαδή τελικώς στον Χριστό και Θεό μας, όπως έχουμε ξαναπεί, απλώς και μόνο σε κάποια δύσκολη στιγμή μας, για να «γλιτώσουμε», ώστε να επανέλθουμε στον ίδιο αμαρτωλό ρυθμό μας, μάλλον θα μας έκανε να πέσουμε στην «οργή» του Θεού. Και «φοβερόν τό ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος».

Να παρακαλούμε την Παναγία, ναι. Αλλά με τον τρόπο  που πρέπει. Διότι «αἰτεῖτε, καί οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε» (άγιος Ιάκωβος).

ΠΗΓΗ:Ι.Ν.ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ Ν.ΚΑΛΛΙΠΟΛΕΩΣ

Σάββατο 9 Αυγούστου 2025

Η Μητέρα της Ζωής - Πρωτ. π. Γεώργιος Παπαβαρνάβας

 Η Πλατυτέρα των Ουρανών - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης 

 

  Κάθε χρόνο στις 15 Αυγούστου εορτάζουμε την Κοίμηση και Μετάσταση της Θεοτόκου, που ονομάζεται και Πάσχα του καλοκαιριού. Αν η μνήμη ενός Αγίου αποτελή αφορμή χαράς και πανηγύρεως για όλη την Εκκλησιαστική Κοινότητα, η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι χαρά και πανηγύρι υπέρλαμπρο για όλη την Ορθόδοξη οικουμένη.
Η Παναγία είναι η Μητέρα του Χριστού και επομένως είναι Μητέρα της ζωής και αιτία της ανθρωπίνης σωτηρίας. “Μετέστης προς την ζωήν μήτηρ υπάρχουσα της ζωής”. Έπρεπε όμως και αυτή, όπως όλοι οι άνθρωποι, να πληρώση το “κοινόν χρέος”, να γνωρίση τον θάνατο, που δεν είναι δημιούργημα του Θεού, αλλά αποτέλεσμα της αμαρτίας. 

 

 

   Βέβαια, με την Ανάσταση του Χριστού καταργήθηκε ο θάνατος και οι ψυχές των δικαίων προγεύονται τον Παράδεισο. Τα σώματά τους θα αναστηθούν πνευματικά και άφθαρτα κατά την Δευτέρα παρουσία του Χριστού και θα ενωθούν το καθένα με την δική του ψυχή. Όμως, κατά θεία παραχώρηση και φιλανθρωπία, υφίσταται ο πρόσκαιρος χωρισμός της ψυχής από το σώμα, για να μη γίνη “τό κακόν αθάνατον”. Διαλύεται στον τάφο το ανθρώπινο σώμα μέχρι την κοινή εξανάσταση. Αλλά το θεοδόχο σώμα της Παναγίας, αυτό το σώμα που εβάστασε για εννέα μήνες και εγαλούχησε ως βρέφος τον Θεόν Λόγον, δεν ήταν δυνατόν να το κρατήση ο τάφος. Τρείς ημέρες μετά την κοίμησή της “μετέστησεν αυτήν προς τας εκείθεν μονάς, Χριστός ο εξ’ αυτής άνευ σποράς γεννηθείς”. Το σώμα της αναστήθηκε, ενώθηκε με την καθαρή ψυχή της καί, πνευματικό και άφθαρτο, αναλήφθηκε στους ουρανούς, για να είναι πάντοτε στους αιώνας των αιώνων κοντά στον Υιό και Θεό της. “Διό θνήσκουσα, σύν τω Υιώ εγείρη διαιωνίζουσα” (Κοσμάς ο Ποιητής, α’ ωδή Κανόνος στην Κοίμηση της Θεοτόκου). 


Στο τελευταίο μυστήριο της ζωής της, την ένδοξη Κοίμηση της, έπρεπε να είναι παρόντες όλοι οι “αυτόπται του Λόγου και υπηρέται”, δηλαδή οι Απόστολοι και οι Άγιοι Ιεράρχες, όπως ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και ο διδάσκαλος του Άγιος Ιερόθεος, πρώτος Επίσκοπος Αθηνών. Γι’ αυτό με τρόπο θαυμαστό μαζεύτηκαν όλοι από τα πέρατα της οικουμένης, για να προπέμψουν το Θεοδόχο και ακραιφνέστατο σώμα της. “Θεία δυνάμει περαιωθέντες την Σιών κατελάμβανον και προς ουρανόν επειγομένην, προέπεμπον την ανωτέραν των Χερουβίμ”. 


Την Μετάσταση της Θεοτόκου, δηλαδή την Ανάσταση και Ανάληψη του σώματός της, βεβαιώνουν πολλοί Θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας, όπως οι Άγιοι, Ανδρέας ο Κρήτης, Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Γρηγόριος ο Παλαμάς, Μάρκος ο Εφέσου, Θεόδωρος ο Στουδίτης και άλλοι. Αλλά και στην υμνολογία της Εκκλησίας μας το γεγονός αυτό τονίζεται και ψάλλεται πανηγυρικά.: “Την εν πρεσβείαις ακοίμητον Θεοτόκον, και προστασίαις αμετάθετον ελπίδα, τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησεν· ως γαρ ζωής Μητέρα προς την ζωήν μετέστησεν, ο μήτραν οικήσας αειπάρθενον”. (Κοντάκιο Εορτής).


Η έξοδος της Παναγίας υπήρξε ένδοξη, όπως και όλη η επίγεια ζωή της. Φυσικά γνώρισε και αυτή τον πόνο, αφού αυτός είναι συνυφασμένος με την ζωή του ανθρώπου μετά την πτώση. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην πονέση κανείς στην ζωή του, γι’ αυτό σημασία έχει το πώς αντιμετωπίζει τις αναποδιές και τις θλίψεις που προκαλούν τον πόνο. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται έχει σχέση με την νοοτροπία του καθενός και την όλη προσωπικότητά του.

 

 Οι αρρώστιες και ο θάνατος αποτελούν οριακά σημεία της ανθρωπίνης ζωής και σε αυτές τις περιπτώσεις είναι δύσκολο να υποκριθή κανείς. Έτσι φανερώνεται η πνευματική του κατάσταση, το ποιος πραγματικά είναι. Η κοίμηση των Αγίων, όπως άλλωστε και όλη η ζωή τους, είναι κάτι το εκπληκτικό. Βλέπεις ένα πρόσωπο ήρεμο, γαλήνιο, ειρηνικό, χωρίς άγχος και τρόμο, να περιμένη την έξοδο από την ζωή αυτή με τέτοια λαχτάρα, όπως κάποιος που λείπει από την αγαπημένη του πατρίδα πολλά χρόνια και τώρα, επί τέλους, επιστρέφει στον τόπο που λατρεύει.

 
Τους ανθρώπους του Θεού δεν τους στενοχωρούν οι θλίψεις, αντίθετα μάλιστα, τους πλαταίνουν τον νού και την καρδιά και τους ανοίγουν νέους ορίζοντες κατά το Γραφικό, “εν θλίψει επλάτυνάς με” και “εν παντί θλιβόμενοι αλλ’ ου στενοχωρούμενοι”. Μια αγιασμένη ύπαρξη έλεγε: “Ο άνθρωπος που θα με κάνη να στενοχωρηθώ δεν έχει γεννηθεί ακόμα”. Επομένως, το πρόβλημα στη ζωή δεν είναι οι θλίψεις, που πάντα θα υπάρχουν, αλλά ο τρόπος με τον οποίον αντιμετωπίζονται. Και αυτός ο τρόπος πρέπει να είναι τέτοιος που να βοηθά στο να αποφεύγεται η σύγχυση και η απόγνωση και να διατηρείται η ειρήνη της ψυχής. Ως τέτοιος προτείνεται από την μακρόχρονη πείρα της Εκκλησίας η απόλυτη εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού, καθώς και η καταφυγή και προσευχή στην Μητέρα της Ζωής και Μητέρα όλων μας.

ΚΥΡΙΑΚΗ 10 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2025 Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟY (Ματθ. ιδ΄22-34) (Α΄ Κορ. γ΄ 9-17)

"Ο Λόγος του Θεού στον Λαό του Θεού"

Η πίστη που σώζει

«Λέγει αυτώ ο Ιησούς, ολιγόπιστε, εις τί εδίστασας;»

 Προκαλεί σίγουρα μεγάλο θαυμασμό η τόλμη και το θάρρος που επέδειξε ο απόστολος Πέτρος, όταν ζήτησε να περπατήσει πάνω στην ταραγμένη θάλασσα. Βέβαια, από το επάγγελμα που ασκούσε πριν ακολουθήσει το Διδάσκαλό του, δηλαδή εκείνο του ψαρά, φαίνεται ότι ήταν αρκετά εξοικειωμένος ο μαθητής του Χριστού με το υγρό στοιχείο της φύσης. Ωστόσο, δεν έπαυσε να φοβάται τη θάλασσα, γιατί είχε πικρή πείρα από τους θυμούς και τις φουρτούνες της. Άλλωστε, θα μπορούσαμε ν΄ ανακαλέσουμε στη μνήμη μας το περιστατικό εκείνο, σε άλλη περίπτωση, που οι μαθητές ζητούσαν απεγνωσμένα τη βοήθεια του Διδασκάλου τους: «Κύριε, σώσον ημάς, απολλύμεθα». Εκείνο, λοιπόν, που τον έκανε τώρα να αψηφήσει τον φόβο των βυσσοδομούντων κυμάτων και τον κίνδυνο του καταποντισμού, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η μεγάλη αγάπη που έτρεφε απέναντι στο Διδάσκαλό του, τον Χριστό. Γι’ αυτό και έντονη ήταν η επιθυμία του να σπεύσει προς συνάντησή του. Έστω και αν χρειαζόταν να περπατήσει πάνω στα κύματα.

   Να σημειώσουμε ακόμα ότι η ίδια λαχτάρα και θέληση, τον έσπρωξαν να μην διστάσει να πέσει στο νερό για να φθάσει κολυμπώντας γρηγορότερα στον Κύριο σε κάποιο πρωινό που ο Ιησούς περίμενε το πλοίο στην παραλία με τους μαθητές του. Τώρα όμως, η ολιγοπιστία του παραλίγο να του στερήσει την ευτυχία να βρεθεί κοντά στον Χριστό. Ξεκίνησε με μεγάλη πίστη και πέτυχε κάτι που φαντάζει αδύνατο στην ανθρώπινη λογική. Αλλά στην περίπτωση δεν διέκρινε την πίστη του η σταθερότητα μέχρι τέλους, με αποτέλεσμα να εκτεθεί σοβαρά στον κίνδυνο του καταποντισμού.

Δίπλα μας ο Χριστός

   Πόσο, αλήθεια, διδακτική είναι η ιστορία αυτή που τόσο όμορφα ξετυλίγεται μέσα από το περιεχόμενο της σημερινής ευαγγελικής περικοπής; Γιατί κι εμείς πολλές φορές, με αυτή τη λαχτάρα ξεκινάμε στη ζωή μας. Να πάμε κοντά στον Χριστό. Παίρνουμε το δρόμο, άλλος το πρωί, άλλος το μεσημέρι και άλλος αργά το απόγευμα της ζωής μας. Ξεκινάμε με πόθο, γεμάτοι χαρά και όχι λίγες φορές με ενθουσιασμό για να βρεθούμε κοντά σ΄ εκείνον, που είναι η ζωή, το φως, τα πάντα. Να εναποθέσουμε τον εαυτό μας στις δικές του αγκάλες. Ας μην νομίσουμε, αδελφοί, ότι στην πορεία μας αυτή είμαστε μόνοι, κατάμονοι. Τι και αν συναντούμε καταιγίδες; 

  Τι και αν υψώνονται απειλητικά οι λογής φουρτούνες; Θα πρέπει να γνωρίζουμε και να είμαστε σίγουροι ότι στο τιμόνι του καραβιού της ψυχής μας στέκει πάντοτε ο Χριστός, μόνιμος και ασφαλής οδηγός. Έτοιμος να απλώσει το προστατευτικό και πανίσχυρο χέρι Του. Γιατί, λοιπόν, να κλονιζόμαστε και να δειλιούμε, όταν κοντά μας έχουμε τον ευσπλαχνικό, γεμάτο αγάπη και παντοδύναμο Κύριο; Είναι δυνατό να μας αφήσει αβοήθητους σ΄ ένα τόσο ωραίο αγώνα που εμπνέει η αγάπη του; Άλλωστε, εκείνος υπόσχεται: «Ου μή σε ανώ, ουδ΄ ου μή σε εγκαταλείπω».

Η ολιγοπιστία

  Παρά τις ισχυρές όμως διαβεβαιώσεις που μας δίνει ο Κύριος, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η ολιγοπιστία καταλαμβάνει ακόμα και ανθρώπους που, κατά τα άλλα, εκδηλώνουν διάθεση για ν΄ αναλάβουν πνευματικούς αγώνες και να εγκολπωθούν το μεγαλείο της αρετής. Να ατενίσουν τις παρυφές της αιωνιότητας. Φαίνεται ότι ο άνθρωπος δεν στηρίζεται πάντοτε στην αγάπη και την προστασία του Θεού, ούτε ενθυμείται αδιάλειπτα την παντοδυναμία του. Ακολουθεί συνήθως, ό,τι του υπαγορεύει η ανθρώπινη λογική ή οι προσωπικές του αντιλήψεις, που είναι αποτέλεσμα των παθών και του εγωισμού του. Αφήνει τον εαυτό του να εκφυλισθεί στο έρεβος χαμερπών αναζητήσεων και επιδιώξεων.

   Όπως είδαμε και πιο πάνω, αδυναμία στην σταθερότητα της πίστης, εκδήλωσε και ο απόστολος Πέτρος, γι’ αυτό και ο Κύριος τον αποκάλεσε ολιγόπιστο. Το πρώτο του βήμα, να περπατήσει στα κύματα, το κατάφερε με την πίστη. Στο δεύτερο όμως που βυθίστηκε στα βαθιά νερά, απέτυχε, επειδή μπροστά στον ισχυρό άνεμο άφησε τον φόβο να κυριαρχήσει μέσα του. «Ώστε, εάν δεν είχε ασθενήσει η πίστη του, θα αντιστεκόταν εύκολα και στον άνεμο», επισημαίνει εύστοχα ο ιερός Χρυσόστομος σε μια ερμηνευτική προσέγγιση της περικοπής. 

  Ο τολμηρός μαθητής δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι εκείνος που τον ενίσχυσε και περιπάτησε στα κύματα, θα τον ενίσχυε να αντισταθεί και στον ισχυρό άνεμο. Η πίστη και η εμπιστοσύνη στον Χριστό, είναι το σωσίβιο που οδηγεί στην κιβωτό της σωτηρίας και της γαλήνης. Αυτά τα εφόδια είχαν ο Λαυρέντιος ο αρχιδιάκονος αλλά και ο Ξύστος ο ιερομάρτυρας, των οποίων τη μνήμη τιμούμε σήμερα. Η υποταγή τους στο θέλημα του Θεού φανέρωσε τα κρυμμένα χαρίσματά τους. Με την πίστη που επέδειξαν καταξιώθηκαν να εισέλθουν στο χώρο της θαυματουργίας του Κυρίου και να προσφέρουν ως χαριτωμένες υπάρξεις θεία διδάγματα.

  Αδελφοί, είναι καιρός, να ριχθούμε όλοι με πραγματική πίστη στον αληθινό αγώνα για να φθάσουμε κοντά στον Χριστό. Ο φόβος και η ολιγοπιστία είναι εκδηλώσεις ανθρώπων που τους διακρίνει επιφανειακή και όχι η βιωματική πίστη. Κάθε φορά που διαπιστώνουμε κάποιο φόβο, ας είμαστε πραγματικοί χριστιανοί, ας φέρουμε στο νου μας τα λόγια του Ιησού: «Θαρσείτε, μή φοβείσθε». 

  Και όταν αντιλαμβανόμαστε κάποιο είδος ολιγοπιστίας, ας θυμόμαστε το ελεγκτικό ερώτημά Του: «Ολιγόπιστε, γιατί δείλιασες;». Όταν συμπορευόμαστε με τον Χριστό και ακολουθούμε πάντοτε το θέλημά του, θα αισθανόμαστε ό,τι και ο απόστολος Παύλος, όταν έγραφε: «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ».

Χριστάκης Ευσταθίου,

Θεολόγος

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗ (10 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2025 ) Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟY

 Κυριακή Θ΄ Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Μτθ. ιδ' 22-34 (14-08-2022) - Ιερά  Μητρόπολη Κωνσταντίας και Αμμοχώστου | Diocese Of Constantia - Ammochostos

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Α΄ Κορ. γ΄ 9-17

9 Θεοῦ γάρ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε. 10 Κατὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσάν μοι ὡς σοφὸς ἀρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα, ἄλλος δὲ ἐποικοδομεῖ· ἕκαστος δὲ βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ· 11 θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός. 12 εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, 13 ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει. 14 εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται· 15 εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός. 16 Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; 17 εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ γὰρ ναὸς τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς.

Νεοελληνική Απόδοση

9 Ο Απολλώς, λοιπόν, και εγώ είμεθα μεταξύ μας ένα, συνεργάται του Θεού δια την ιδικήν σας σωτηρίαν. Σεις δε είσθε αγρός και ιδιοκτησία του Θεού, που καλιεργείται από αυτόν τον ίδιον. Είσθε οικοδόμημα του Θεού, που εις την πραγματικότητα κτίζεται από τον ίδιον τον Θεόν με όργανά του ημάς. 10 Συμφωνα δε με την χάριν και την αποστολήν που μου έδωσεν ο Θεός μεταξύ των εθνών, εγώ, σαν σοφός αρχιτέκτων φωτισμένος από τον Θεόν, έχω θέσει ακλόνητον θεμέλιον εις την Κορινθον και άλλος κτίζει επάνω στο θεμέλιον αυτό. Ο καθένας όμως ας βλέπη και ας προσέχη πως κτίζει επάνω στο θεμέλιον. 11 Δεν πρέπει δε να ασχολήται με νέαν θεμελίωσιν, διότι κανένας δεν ημπορεί να βάλη άλλο θεμέλιο αγκωνάρι εκτός από εκείνο που έχει ήδη τεθή και κείται εις την βάσιν της οικοδομής· και αυτός είναι ο Ιησούς Χριστός. 12 Εάν δε κανείς κτίζη επάνω στο θεμέλιον αυτό πολύτιμα υλικά, όπως είναι ο χρυσός, ο άργυρος, οι πολύτιμοι λίθοι, η κτίζη ξύλα, χορτάρι και καλάμια, 13 ας έχη υπ’ όψιν του, ότι του καθενός οικοδόμου θα γίνη φανερόν το έργον και η αξία του. Διότι η μεγάλη εκείνη ημέρα της κρίσεως θα το φανερώση ολοκάθαρα. Επειδή θα συνοδεύεται αυτή με την θείαν δικαιοσύνην, η οποία σαν φως θα αποκαλύπτη και σαν πυρ θα κατακαίη κάθε τι το ευτελές και σάπιο. Και του καθενός το έργον τι είναι και τι αξίζει, θα το φανερώση η δικαία κρίσις του Θεού που ομοιάζει με την φωτιά. 14 Εάν, λοιπόν, το έργον που ένας ωκοδόμησε επάνω στο θεμέλιον, στον Χριστόν, μένη άθικτον από την φωτιά, καθ’ ο στερεόν και ανθεκτικόν, αυτός θα λάβη μισθόν. 15 Εάν όμως κάποιου άλλου το έργον κατακαή και γίνη στάκτη, αυτός θα ζημιωθή, διότι οι κόποι του θα πάνε χαμένοι. Ο ίδιος όμως ίσως σωθή με πολύ μεγάλην δυσκολίαν, σαν εκείνον που διέρχεται ανάμεσα από τας φλόγας. (Θα σωθή εάν η δικαιοσύνη του Θεού τον κρίνη, τουλάχιστον δια την καλήν του διάθεσιν, άξιον συγνώμης και σωτηρίας). 16 Σεις οι Κορίνθιοι είσθε αυτό το πνευματικόν οικοδόμημα, δια το οποίον ομιλώ. Σας ερωτώ, λοιπόν· δεν γνωρίζετε, ότι είσθε πράγματι πνευματικός ναός του Θεού και ότι το πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα σας και μεταξύ σας; 17 Εάν, λοιπόν, κανείς με τας φιλονεικίας και τας διαιρέσεις καταστρέφη τον ναόν του Θεού, ας γνωρίζη αυτός, ότι θα τον καταστρέψη ο Θεός. Διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, ιερόν αφιέρωμα στον Θεόν. Τετοιος δε άγιος ναός του Θεού είσθε σεις.

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. ιδ΄ 22-34

22 Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. 23 καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. 24 τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. 25 τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. 26 καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ δὲ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. 27 εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε. 28 ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρὸς σὲ ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα· 29 ὁ δὲ εἶπεν, Ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. 30 βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. 31 εὐθέως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας; 32 καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος. 33 οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ. 34 Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.

Νεοελληνική Απόδοση

22 Και αμέσως ο Ιησούς ηνάγκασε τους μαθητάς να εισέλθουν στο πλοίον και να πάνε προ αυτού στο απέναντι μέρος, μέχρις ότου αυτός απολύση τα πλήθη του λαού. (Τούτο δε το έκαμε δια να μη παρασυρθούν και οι μαθηταί από τον άκριτον ενθουσιασμόν των ανθρώπων αυτών, που ήθελαν να τον ανακηρύξουν βασιλέα). 23 Αφού δε διέλυσε τα πλήθη, ανέβη στο όρος, δια να προσευχηθή μόνος και απερίσπαστος. Οταν δε άρχισε να νυκτώνη, ήτο μόνος. 24 Το δε πλοίον ευρίσκετο στο μέσον της θαλάσσης και εταλαιπωρείτο πολύ από τα κύματα, διότι ήτο αντίθετος ο άνεμος. 25 Κατά δε τα χαράματα, το τέταρτον τρίωρον της νυκτός, κατά τον χρόνον που η τετάρτη βάρδια των φρουρών ανελάμβανε υπηρεσίαν, ήλθεν ο Ιησούς προς τους μαθητάς περιπατών επάνω εις την θάλασσαν. 26 Οταν δε τον είδαν οι μαθηταί να περιπατή επάνω εις την θάλασσαν, εταράχθησαν και έλεγαν ότι είναι φάντασμα και από τον φόβον έκραξαν. 27 Αμέσως όμως ωμίλησεν ο Ιησούς προς αυτούς και τους είπε· “θάρρος, εγώ είμαι· μη φοβείσθε”. 28 Απεκρίθη δε εις αυτόν ο Πετρος και είπε· “Κυριε, εάν είσαι συ, διάταξέ με να έλθω προς σε περιπατών επάνω εις τα νερά”. 29 Ο δε Κυριος του είπε· “έλα”. Κατέβηκε ο Πετρος από το πλοίον και επεριπάτησε επάνω εις τα νερά, δια να έλθη στον Ιησούν. 30 Οταν όμως είδε τον άνεμον ισχυρόν, εφοβήθη, εκλονίσθη η πίστις του, ήρχισε να βυθίζεται και εφώναξε δυνατά λέγων· “Κυριε σώσε με”. 31 Αμεσως δε ο Ιησούς άπλωσε το χέρι του, τον έπιασε και του είπε· ολιγόπιστε διατί εκλονίσθης εις την πίστιν και εδειλίασες;” 32 Οταν δε ανέβησαν στο πλοίον, έπαυσε ο άνεμος. 33 Οι μαθηταί, που ήσαν στο πλοίον, ήλθαν, εγονάτισαν με σεβασμόν προς αυτόν και είπαν· “αληθινά συ είσαι Υιός του Θεού”. 34 Και αφού διέσχισαν την θάλασσαν, ήλθαν εις την χώραν της Γεννησαρέτ.

***************************************************

Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025

ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΣΕ ΟΛΑ, ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΣΟΥ ΦΩΝΑΖΩ!

 

«Ἀπορήσας ἐκ πάντων, ὀδυνηρῶς κράζω σοι· πρόφθασον θερμὴ προστασία, καὶ σὴν βοήθειαν, δός μοι τῷ δούλῳ σου, τῷ ταπεινῷ καὶ ἀθλίῳ, τῷ τὴν σὴν ἀντίληψιν ἐπιζητοῦντι θερμῶς» (γ΄ ωδή Μεγ. Παρακλ. Κανόνος).

Σε όλα βρήκα αδιέξοδο, γι’  αυτό με οδύνη σου φωνάζω: πρόφθασε, (Παναγία), Συ που είσαι η θερμή προστασία, και δώσε τη βοήθειά σου σ’ εμένα το δούλο σου, που είμαι ταπεινός και άθλιος και που επιζητώ με ζήλο τη δική σου ενίσχυση. 

Στους παραπάνω στίχους του βασιλιά ποιητή – και όχι μόνο σ’  αυτούς - ο τόνος  είναι δραματικός, γιατί ο ποιητής, εκπροσωπώντας σύνολο τον πιστό λαό, αποτυπώνει μία μεγάλη αλήθεια: ο άνθρωπος όπου κι αν στραφεί στον κόσμο τούτο, για να βρει τη χαρά και το νόημα της ζωής, χωρίς Χριστό, προσκρούει σε αδιέξοδο. Είτε άνθρωποι είτε χρήματα είτε διασκεδάσεις είτε οτιδήποτε άλλο, στο τέλος όλα αυτά αφήνουν τη στυφή γεύση του ανικανοποίητου της καρδιάς. Ο υμνογράφος λοιπόν γίνεται εκφραστής αυτής της αλγούσας και οδυνωμένης καρδιάς του ανθρώπου, που παντού συναντά το αδιέξοδο. «Απορήσας εκ πάντων οδυνηρώς κράζω σοι…».

Θα τολμούσαμε να παρομοιάσουμε την κατάσταση αυτή με εκείνη που βίωσε ο πρωτόπλαστος Αδάμ, όταν έχασε, λόγω εμμονής στην αμαρτία, τη σχέση με την πηγή της ζωής, τον Θεό. Στράφηκε τότε, μέσα στην εναγώνια αναζήτησή του να βρει τη ζωή, στη γυναίκα του. Και νομίζοντας ότι βρήκε αυτήν τη ζωή στο πρόσωπό της, της δίνει το όνομα: Ζωή, «Εύα». Αντί του Θεού, ο άνθρωπος. Κι αυτό βεβαίως ήταν η απαρχή των αδιεξόδων του.

Ο υμνογράφος όμως είναι πιστός και ζει τη σωτηρία που έφερε ο Χριστός. Ξέρει ότι μόνον Εκείνος γεμίζει την καρδιά του ανθρώπου, γιατί είναι ο Πατέρας και ο Δημιουργός Του. Σαν τον απόστολο Πέτρο κι εκείνος ομολογεί: «Κύριε, προς τίνα απελευσόμεθα; Συ ρήματα ζωής αιωνίου έχεις» - Κύριε, σε ποιον να στραφούμε; Εσύ έχεις τα λόγια της αιώνιας ζωής.  Γι’ αυτό και η τραγικότητα της φωνής του μεταβάλλεται σε κραυγή ανακούφισης, δηλαδή όταν στο αδιέξοδο έχει βρει τη διέξοδο και τη λύση: Επικαλείται Εκείνον που είναι η σωτηρία, αλλά μέσω της Παναγίας Μητέρας Του. Οι αμαρτίες του, που τον κάνουν να νιώθει ταπεινός και άθλιος, του θέτουν εμπόδιο, ώστε να ριχτεί άμεσα στην αγκαλιά του Χριστού. Η λύση γι’  αυτόν είναι η μεσιτεία της Παναγίας. Υπερβολή ίσως και πιθανόν μία έμμεση «υποβάθμιση» της αγάπης του Χριστού στον άνθρωπο - ο Χριστός είναι «ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» από απειρία αγάπης προς αυτόν. Αλλά είπαμε: ο Κύριος χαίρεται πάντοτε να βλέπει αυτό που «αντανακλά» τον δικό Του τρόπο ζωής και το δικό Του ήθος: την ταπείνωση. Κι αυτό φανερώνει ο υμνογράφος, όταν «διστάζει» να στραφεί άμεσα στον Κύριο και Θεό του, πραγματοποιώντας το όμως με άλλον τρόπο: μέσω της Θεοτόκου!

 ΠΗΓΗ:Ι.Ν.ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ Ν.ΚΑΛΛΙΠΟΛΕΩΣ

Εορτή του Αγίου Καλλινίκου, του Επισκόπου Εδέσσης

  

Γιορτή σήμερα 8 Αυγούστου: Άγιος Καλλίνικος Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας

Ο εν αγίοις Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας Καλλίνικος (κατά κόσμον Δημήτριος) Πούλος γεννήθηκε στο χωριό Σιταράλωνα Αγρινίου στις 26 Ιανουαρίου 1919 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς, τον Γεώργιο και την Αικατερίνη. Ο παππούς του, Πατήρ Αθανάσιος και η γιαγιά του, Πρεσβυτέρα Σπυριδούλα, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανατροφή του.

 

Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Θερμού με άριστες επιδόσεις και εισήχθη στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1942 μ.Χ. αρίστευσε στις πτυχιακές εξετάσεις με προοπτικές πανεπιστημιακής προωθήσεως. Η περιγραφή του συμφοιτητού του, του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Κρήτης Τιμοθέου, κάνει λόγο για το ότι τα δύσκολα εκείνα χρόνια της Κατοχής διάβαζαν μαζί το Ευαγγέλιο στο Ζάππειο και αναζητούσαν να επικοινωνήσουν με έναν ασκητή κοντά στην Αθήνα, για να μάθουν στην πράξη την πνευματική ζωή. Κατά την ομολογία του μακαριστού ευσεβούς και φιλοκαλικού θεολόγου Βασιλείου Μουστάκη, στον συμφοιτητή του Δημήτριο Πούλο «έβλεπες τον ασκητικό άνθρωπο, με όλα τα σημάδια πάνω του της τέλειας αφοσίωσης στον Κύριο» και ήταν από τότε «ένα άκακο πρόβατο του Χριστού», που επιδιδόταν στην «προσευχή και στις αγαθοεργίες» και «ήταν μια τόσο ωραία ψυχή».

Προκειμένου να προσφέρει στην τοπική εκκλησία εργασθηκε ως Γραμματέας της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας πλησίον του μακαριστού Μητροπολίτου Ιεροθέου μέχρι και το 1946 μ.Χ. κηρύττοντας παράλληλα στον λαό του Μεσολογγίου.

Το 1946 μ.Χ. και σε ηλικία 27 ετών κατετάγη στον Λόχο Ορεινών Καταδρομών (37ης Ταξιαρχίας) και υπηρέτησε ως Ιεροκήρυξ με πατριωτισμό και παροιμιωδη θρησκευτικό ζήλο μέχρι τον Απρίλιο του 1949 μ.Χ. Ο τότε Επιτελάρχης και αργότερα Στρατηγός του Γ´ Σώματος Στρατού Κωνσταντίνος Τσολάκας του έγραψε αμέσως μετά την λήξη της θητείας του στον στρατό: «Πάντα σ᾽ ενθυμούμαι, διότι όταν σε είχα μαζί μου μού δόθηκε η ευκαιρία να σε καμαρώσω στην υπέροχη προσπάθειά σου για την πίστιν και την Πατρίδα. Εγώ σου εύχομαι να είσαι πάντα ο ίδιος και πάντα να φωτίζης τους άλλους με την δική Σου πίστιν και λαμπρότητα των αισθημάτων Σου». Επιστρέφοντας στην Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας ανέλαβε και πάλι τα καθήκοντα του Γραμματέως και λαϊκού ιεροκήρυκος σε όλη την επαρχία.

Εκάρη μοναχός στις 23 Νοεμβρίου 1957 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Μυρτιάς με το όνομα Καλλίνικος και την επομένη χειροτονήθηκε Διάκονος στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Μεσολογγίου από τον κατά σάρκα αδελφό του, Μητροπολίτη Διδυμοτείχου Κωνσταντίνο. Την 1η Δεκεμβρίου του ιδίου έτους χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και προχειρίσθηκε Αρχιμανδρίτης. Μετά από 25ετη διακονία στην Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας εξελέγη Μητροπολίτης Εδέσσης και Πέλλης στις 24 Ιουνίου 1967 μ.Χ. και την επομένη χειροτονήθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου Αθηνών.

 

Αγωνίσθηκε για τον καταρτισμό των κληρικών της Μητροπόλεως του διοργανώνοντας συνέδρια και ιερατικές συνάξεις. Περιώδευσε ακούραστα την Αρχιερατική του περιφέρεια και φρόντισε ιδιαίτερα για τις χειροτονίες νέων κληρικών, το κήρυγμα και την ιερά εξομολόγηση. Ανέδειξε επίσης τις τοπικές αγίες, Νεομαρτυρα Χρυσή και μάρτυρα Βάσσα την Εδεσσαία. Ίδρυσε Οικοτροφείο για την σπουδάζουσα νεολαία και Γηροκομείο για τους ηλικιωμένους. Προέβαλε τον μοναχισμό και ανασύστησε την Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ Αριδαίας.

Παρά την αρετή και την ακεραιότητά του δέχθηκε αδικες και συκοφαντικές επιθέσεις προερχόμενες κυρίως από εχθρούς της εκκλησίας και του Έθνους. Τις αντιμετώπισε με υποδειγματική πραότητα και αγάπη. Εκοιμηθη την 8η Αυγούστου 1984 μ.Χ. μετά από επτάμηνη ασθένεια. Στην εξόδιο ακολουθία του παρέστησαν 29 Αρχιερείς, πολυάριθμοι κληρικοί και μεγάλο πλήθος λαού. Ετάφη στο δημόσιο Κοιμητηριο της Έδεσσας μετά από δική του επιθυμία, επειδή θέλησε να βρίσκεται κοντά στον λαό που υπηρέτησε και αγάπησε. Στην διαθήκη του αναφέρει χαρακτηριστικά: «Τέλος, εκφράζω εκ των μυχίων της καρδίας μου την άπειρον ευγνωμοσύνην μου προς τον εν Τριάδι Θεόν ημών, διότι είμαι Ορθόδοξος Χριστιανός εκ γονέων Ορθοδόξων Χριστιανών και διότι με ετίμησε διά της υψίστης τιμής της αρχιερατικής Χάριτος και ανέθεσεν εις την ελαχιστότητά μου την διαποίμανσιν λαού εκλεκτού και ευσεβούς. Παρακαλώ και ικετεύω τους συνεπισκόπους μου να στείλουν εκεί εις διαδοχήν μου άνδρα “πλήρη πίστεως και Πνεύματος Αγίου”, ώστε να διορθώση ούτος τα εις εμέ ελλείποντα, καταστήση δε την Επισκοπήν τμήμα του Παραδείσου. Αμήν. Το έλεος του Κυρίου άς με συνοδεύη κατά την εκ του ματαίου τούτου κόσμου εκδημίαν μου».

Η αγιοκατάταξη του Αγίου Καλλινίκου αποφασίστηκε απο την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις 23 Ιουνίου 2020 μ.Χ. Ολόκληρο το ανακοινωθέν είναι το εξής:

«Συνήλθεν εν τώ εν Σαμπεζύ Γενεύης Ορθοδόξω Κέντρω του Οικουμενικού Πατριαρχείου, σήμερον, 23ην Ιουνίου, υπό την προεδρίαν της Α. Θ. Παναγιότητος, η Αγία και Ιερά Σύνοδος εις την τακτικήν αυτής συνεδρίαν μηνός Ιουνίου. Κατά την συνεδρίαν ταύτην:

  • α) απεφασίσθη, επί τη βάσει εκθέσεως της Κανονικής Επιτροπής, η αγιοκατάταξις του μακαριστού Μητροπολίτου Εδέσσης και Πέλλης κυρού Καλλινίκου, της μνήμης αυτού μελλούσης εορτάζεσθαι τη 8η Αυγούστου,
  • β) προτάσει του Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος κ. Αθανασίου, εξελέγη ως Βοηθός παρ’ αυτώ Επίσκοπος ο Πρωτοσύγκελλος της Ι. Μητροπόλεως Αρχιμανδρίτης κ. Σμάραγδος Καραγιαννίδης υπό τον τίτλον της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Δαφνουσίας,
  • γ) προτάσει του Σεβ. Μητροπολίτου Γερμανίας κ. Αυγουστίνου, εξελέγη ο εν Βερολίνω διακονών Αρχιμανδρίτης κ. Εμμανουήλ Σφιάτκος Βοηθός Επίσκοπος αυτού υπό τον τίτλον της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Χριστουπόλεως.
    Εκ του Γραφείου»



Λειτουργικά κείμενα:

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Ἐδέσσης ποιμένα, Ἀρχιθύτην πανεύφημον, καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἁπάσης, τὸ λαμπρὸν σεμνολόγημα, Καλλίνικον τιμήσωμεν πιστοί, τοῦ κλήρου καὶ λαοῦ τὸν ποδηγόν, ὡς πρεσβεύοντα ἀπαύστως ὑπὲρ αὐτῶν, τῶν ἐκβοώντων πάντοτε. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ ἀναδείξαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος β΄. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τὸν μιμητὴν τοῦ Σωτῆρος Καλλίνικον, καὶ τῆς Ἐδέσσης ποιμένα τὸν ἄριστον, καὶ Ἐκκλησίας ἁπάσης τὸ σέμνωμα, ὑμνολογήσωμεν πάντες φιλάγιοι, ἡμῶν γὰρ ἐδείχθη τὸ στήριγμα.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Αἰτωλίας θεῖος βλαστός, καὶ ὁ Ἀρχιθύτης, τῆς Ἐδέσσης ὁ θαυμαστός, χαίροις Ἐκκλησίας, ἀγλάϊσμα καὶ δόξα, Καλλίνικε ποιμένων, τὸ ἀκροθίνιον.

Ὁ Οἶκος
Σιταραλώνων βλαστὸν τὸν πολύκαρπον, τῶν Ἀκαρνάνων φοίνικα ὑψίκομον, καὶ τῆς Ἐδέσσης Ἐπίσκοπον ἅγιον, ὕμνοις σεμνοῖς καταστέψωμεν σήμερον, ἄγοντες αὐτοῦ τὴν κατ’ ἔτος ἐπέτειον. Οὗτος γὰρ ἐκ παίδων κατηχηθεὶς τὰ θεῖα, καὶ ἀγαπήσας θερμῶς τὸν Χριστόν, ἐν τῷ ἱερῷ καταλόγῳ τῶν κληρικῶν, ἐνεγράφη γενόμενος Ἐπίσκοπος Ἐδέσσης, καὶ ὡς ἀλείπτης λαμπρός, πολλοὺς πρὸς τὴν σωτήριον τρίβον κατηύθυνε· διὸ καὶ γέγονε τύπος ποιμένος ἀρίστου, καὶ ἐν χαρᾷ τοῦτον ἐγκωμιάζομεν, ἡμῶν γὰρ ἐδείχθη τὸ στερέωμα.

Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Μετὰ τὴν α΄ Στιχολογίαν
Ἐδέσσης τοῦ Χριστοῦ, Ἱεράρχην τὸν θεῖον, Καλλίνικον πιστοί, ἀνυμνήσωμεν πάντες, ἐσχάτως γὰρ ὡς ἄγγελος, ἐπὶ γῆς οὗτος ἔζησε· κατηχήσας γάρ, τῇ βιοτῇ καὶ τοῖς λόγοις, πάντα ἄνθρωπον, τοῦ Ὀρθοδόξου ποιμνίου, ὡς ἥλιος ἔλαμψε.

Έτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μετὰ τὴν β΄ Στιχολογίαν
Καλλίνικε ἅγιε, τῶν Ἐδεσσαίων ποιμήν, τῆς Πέλλης τὸ καύχημα, καὶ Ἀλμωπίας φωστήρ, ἐσχάτως γεγένησαι· ὅθεν ἐφανερώθη, ποιμανσίας σου τύπος, τοῦ ἤθους καὶ ἀρετῶν σου, ἡ σεμνότης σου πάτερ· διὸ καὶ ἐξαιτούμεθα, τὴν ἄμαχον χάριν σου.

Έτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Μετὰ τὸν Πολυέλεον
Ἐκ παιδὸς ἡλικίας ἐκδιδαχθείς, τὴν ὀρθόδοξον πίστιν καὶ τὴν ζωήν, ὑπὸ τῶν φυσάντων σε, Ἱεράρχα Καλλίνικε, θεόφρον ἀνεδείχθης, πιστῶν ὁ διδάσκαλος, τῆς εὐσεβείας κῆρυξ, σεμνὸς καὶ πυρίπνοος· ὅθεν μετὰ ταῦτα, ἐνεγράφης νομίμως, τῷ πίνακι ἅγιε, κληρικῶν Μητροπόλεως, Αἰτωλίας καὶ γέγονας, ἄξιος Θεοῦ Ἱερεύς, καὶ ἐν τέλει ὤφθης ὁ Ἐπίσκοπος, τῆς Ἐδέσσης θεόφρον, ἄνερ θεοπρόβλητε.

Έτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀνῖσχες ὡς ἥλιος, ἐν τῇ Ἐδέσσῃ σεμνέ, ἐσχάτως Καλλίνικε, Ἱεραρχῶν ἡ κρηπίς. αὐγάζων τὴν ποίμνην σου· ὅθεν ἐν εὐφροσύνῃ, τὴν σὴν μνήμην τελοῦντες, μέλπομεν τοῦ σοῦ βίου, τὰ θαυμάσια πάτερ, τοὺς λόγους τοὺς θεαρέστους, καὶ πάντα τὰ ἔργα σου.

Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ, ἡ τῆς Ἐδέσσης Μητρόπολις, κατέχουσα ἐν κόλποις, τὸν χαριτόβρυτον τάφον, καὶ τὰ ὀστέα τοῦ Ἱεράρχου Καλλινίκου. Οὗτος γὰρ Ἐπίσκοπος χρηματίσας Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας, ὡς θεοκῆρυξ διέδραμε, πᾶσαν τὴν κληρωθεῖσαν αὐτῷ Ἐπαρχίαν, κηρύττων ἐν ῥήμασι τὸ Εὐαγγέλιον, καὶ διδάσκων σπουδαίως τὸν λαὸν τοῦτο, τῇ ἁγίᾳ αὐτοῦ βιοτῇ, καὶ ἁγιάζων ταύτην, τῇ θείᾳ λατρείᾳ καὶ ταῖς ἐντεύξεσι· διὸ πρὸς αὐτὸν ἐκβοῶμεν, πρέσβευε Ἀρχιερεῦ Κυρίου, Χριστῷ τῷ Θεῷ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος β΄.
Ἔχων ἐν τῇ καρδίᾳ σου μακάριε, πρὸς τὸν Δεσπότην Χριστὸν μανικὴν ἀγάπην, ἐβίωσας ὡς πένης, ἀλλὰ ὡς πολλοὺς πλουτίσας, τοῖς σοῖς χαρίσμασι. Ὡς γὰρ φιλόστοργος Ἀρχιθύτης, ὑπὸ τὰς πτέρυγάς σου συνήγαγες, κληρικοὺς εὐσεβεῖς, συνεργοὺς ἀξίους, τέκνα φιλόθεα, καὶ πιστῶν τὸ ἄθροισμα, ὑπὲρ ὧν ἱκετεύομεν ὕμνοις, μὴ παύσῃ φροντίζων ταῖς πρεσβείαις, σωθῆναι τὰς ψυχὰς αὐτῶν.

Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος γ΄.
Κεκόσμησαι ἅγιε Πάτερ ἀρεταῖς σπανίαις, ἤγουν ἔσχες τὸ ἀνεπίφθονον, τὴν ἐλεημοσύνην, τὴν καθαρότητα ψυχῆς καὶ σώματος, τὴν ἀκρίβειαν λόγων καὶ πράξεων, τῆς προσευχῆς τὴν παῤῥησίαν, καὶ τὴν ἀγάπην πρὸς τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ. Ὅθεν οὐκ ἔδωκας νυσταγμὸν ἐν τοῖς κροτάφοις σου, καὶ ὕπνον τοῖς βλεφάροις σου, ἕως οὗ διῆλθες κηρύττων καὶ εὐεργετῶν, τὰς πόλεις καὶ τὰς κώμας κύκλῳ, τῆς σῆς Μητροπόλεως. Λειτουργῶν γὰρ πολλάκις, ὡς ἄγγελος Κυρίου, ὕψους τὰς χεῖράς σου ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου σου· ὃ μὴ παύσῃ καὶ τανῦν ἐποπτεύων, ἐκδιώκων ἐξ αὐτοῦ, τοῦ πονηροῦ τὰ μηχανήματα, καὶ κακοτρόπων ἀνθρώπων, τὰς ἐπινοίας καὶ ἐχθρότητα.

Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος δ΄.
Βαστάζων μεθ’ ὑπομονῆς, τῆς σαρκὸς τὴν ἀσθένειαν, ὑπόδειγμα γέγονας, πᾶσι τοῖς ὑγιέσι καὶ τοῖς κακῶς πάσχουσι. Βλέπων γὰρ τὴν βαρεῖαν νόσον, ὡς ψυχῆς καθαρτήριον, καθ’ ἡμέραν ἐδοξολόγεις τὸν Χριστόν, καὶ ἱκετικῶς αὐτὸν παρεκάλεις, λαβεῖν θάρσος ἐν ταῖς ὀδύναις, διαύγειαν τοῦ νοός, ἐλπίδα πρὸς τὴν μέλλουσαν πόλιν, κατὰ τοῦ Ἀποστόλου τὸ λόγιον. Ταῦτα ἔχοντες κατὰ νοῦν, Ἀρχιερεῦ Καλλίνικε, πάντα τὰ περιλειπόμενα τέκνα σου, οὐ παύομεν λέγοντες· δὸς ἡμῖν ἐκ τῶν σῶν χαρίτων, καὶ γενοῦ ἡμῶν φύλαξ ἀκαταμάχητος.